ΕΙΚΟΝΑ

ΕΙΚΟΝΑ

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

Παναγιά μου , Παναγίτσα ,

που έχεις το Χριστό αγκαλίτσα ,

πάρε στη χρυσή ποδιά σου ,

τα παιδιά της γης κοντά σου ,

άσπρα , κίτρινα , μαυράκια ,

όλα του Χριστού αδελφάκια.

Δίπλα στο Χριστό να τα έχεις ,

να μπορείς να τα προσέχεις .

ΘΕΤΗ ΧΟΡΤΙΑΤΗ

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ!

Την Παρασκευή 13 /1 /2012 φτιάξαμε τη Βασιλόπιτα μας!
Αφού γράψαμε τη συνταγή ....





...πιάσαμε όλοι δουλειά...


...βάλαμε μέσα και το φλουρί...



...την ψήσαμε...



...γράψαμε και την καινούρια χρονιά...και τη φάγαμε! Και του χρόνου!


Το φλουρί το έτυχε η Αννούλα μας και της χαρίσαμε ένα βιβλίο !


Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

- Φουντουκάκια,αφού σας άρεσε πολύ το παραμύθι,πείτε στους γονείς σας να σας το ξαναδιαβάσουν ... και μετά βρείτε λέξεις που γίνονται ...από το χιόνι!


Ο χιονάνθρωπος που δεν ήθελε να λιώσει

paramithi5KΜάνος Κοντολέων
Μια φορά κι έναν καιρό, στην κορυφή ενός ψηλού, χιονισμένου βουνού, ζούσε ένας χιονάνθρωπος.

Για μάτια είχε δυο κουκουνάρια, για μύτη ένα βελανίδι, τα χέρια του ήταν δυο ξερά κλαριά από πεύκο, το στόμα του —μια φού­ντα θυμαριού — το είχε χάσει. Ήταν χειμώνας, έκανε κρύο πάνω στο βουνό κι ένας τέτοιος καιρός άρεσε πολύ στον χιονάν­θρωπο.

Μα κάποιος αγριοκούνελος τον πληροφόρησε πως σε λίγο θα τε­λείωνε ο χειμώνας, θα ερχότανε η άνοιξη με τον ήλιο της και το χιόνι θα έλιωνε.
"Που να πάω για να σωθώ;" ρώ­τησε ο χιονάνθρωπος τον αετό. Αυτός άπλωσε τη φτερούγα του και του έδειξε κατά το βοριά. Βρήκε ο χιονάνθρωπος ένα ζευ­γάρι παλιά, ξεχασμένα πέδιλα του σκι, τα φόρεσε και κίνησε προς τα εκεί που του έδειξε ο αετός. Έφτασε σε μια πολιτεία, τον εί­δανε τα παιδιά που παίζανε στην πλατεία, τον πήρανε μαζί τους. "Δες τα μάτια του!" φώναξε η Κατερίνα.

"Τι αστεία χέρια που έχει!" γέλα­σε ο Στέφανος.

Κι ο Κωστής του κόλλησε ένα καπάκι από Κόκα Κόλα για στόμα.

Ο χιονάνθρωπος διασκέδαζε με τα καμώματα των παιδιών, μα δεν ξεχνούσε πως έπρεπε να συ­νεχίσει το ταξίδι του. Σα νύχτωσε, λοιπόν, κι άδεια­σε η πλατεία, πήρε πάλι τους δρόμους.

"Από εδώ πάνε για το βοριά;" ρώτησε ένα λεωφορείο.

"Πήγαινε στο λιμάνι και τα κα­ράβια θα σου πούνε!" του απά­ντησε το λεωφορείο. Ο χιονάνθρωπος έψαξε για το λιμάνι, το βρήκε, είδε τα αραγ­μένα καράβια, τα ρώτησε αν ξέ­ρουν πώς πάνε στα βορινά. "Θα σε πηγαίναμε εμείς, μα έχει τρικυμία αυτές τις μέρες και δε σαλπάρουμε" τον απογοήτεψαν τα καράβια.

"Και τώρα τι θα κάνω;" δάκρυσε ο χιονάνθρωπος κι έκανε μια γκριμάτσα και ξεκόλλησε το κα­πάκι της Κόκα Κόλα κι έμεινε ξανά χωρίς στόμα. Τον είδε έτσι λυπημένο μια βαρκούλα –ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ- τη λέγανε.

"Άντε να σε πάω εγώ!" του είπε κι ο χιονάνθρωπος καταχάρη­κε. Βολεύτηκε κάπου στην πλώ­ρη κι ανοίχτηκαν στο πέλαγο. Η φουρτούνα ήταν δυνατή. Να κάτι θεόρατα κύματα χτυπάγανε τη βάρκα κι έτριζαν τα γέρικα ξύλα, "κριτς!" ράγισε το σκαρί. Μπήκαν νερά. Πάει, βούλιαξε η ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ, βρέθηκε στο βυθό ο χιονάνθρωπος. Τον είδανε τα ψάρια, τα μικρά τρομάξανε, τα πιο μεγάλα ξαφνιαστήκανε. Ήταν κι ένας καρ­χαρίας που όρμηξε και "χαπ!" κό­βει ένα κομμάτι από την κοιλιά του χιονάνθρωπου. Μα ήταν παγωμένη η μπουκιά και του πονέσανε οι αμυγδαλές και το 'βαλε στα πόδια ο καρ­χαρίας.

Ο χιονάνθρωπος κοιτούσε γύρω με τα δυο κουκουναρομάτια του, κοιτούσε και χάζευε τα ψάρια, τα φύκια, τα όστρακα και τα κο­χύλια. Μετά, άρχισε να λιώνει. "Βοήθεια!" φώναξε, αλλά δεν υπήρχε κανείς στον βυθό που θα μπορούσε να τον σώσει. Έλιωσε, λοιπόν, κι έγινε νερό. Ένα αυλάκι παγωμένο, που κά­ποτε ήταν χιονάνθρωπος. Πέρασαν πολλές μέρες, πέρα­σαν μήνες και το νερό αυτό που κάποτε ήταν χιονάνθρωπος, βρέ­θηκε σε μιαν άλλη παραλία. Το έριξαν τα κύματα στα βρά­χια, κύλησε σε μια λακκούβα κι έμεινε εκεί. Βγήκε ο ήλιος και το ζέστανε, το έκανε μικρές σταγόνες, π' ανα­σηκώθηκαν ψηλά, μέχρι τον ου­ρανό φτάσανε, ενώθηκαν όλες μαζί, φτιάξανε ένα σύννεφο. Ο άνεμος έσυρε μαζί του το σύν­νεφο, το έφερε πάνω από το βου­νό το χιονισμένο, απ' όπου ο χιο­νάνθρωπος είχε ξεκινήσει κι εκεί το σύννεφο έπεσε σα χιόνι πάνω στην κορυφή.

Κάτι περαστικοί ορειβάτες άρ­χισαν τον χιονοπόλεμο και μετά φτιάξανε ένα χιονάνθρωπο. Του βάλανε δυο κουκουνάρια για μάτια, ένα βελανίδι για μύτη, δυο ξερά κλαριά από πεύκο για χέρια. Μετά φύγανε και ξεχάσανε το στόμα.

Μα αυτό δεν στενοχώρησε τον χιονάνθρωπο. Ήταν τόσο χα­ρούμενος, που δεν χάθηκε ούτε στην πλατεία, ούτε στη μανια­σμένη θάλασσα, ούτε και στο βυθό με τα κοχύλια του, τα ψά­ρια του κι εκείνον τον απαίσιο, τον κακό καρχαρία του.




Το χαμόγελο του παιδιού έστειλε έπαινο προς τους γονείς του σχολείου μας, για την προσφορά τους σε τρόφιμα, κατά την περίοδο των γιορτών.

... με την καινούρια χρονιά ήρθαν και τα χιόνια... κι εμείς γίναμε χιονάνθρωποι!

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

ΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΜΑΣ ΒΙΒΛΙΑ

Εδώ θα σας παρουσιάζουμε σιγά -σιγά τα βιβλία που έγιναν αγαπημένα μας ... διαβάστε τα κι εσείς και μη διστάσετε να τα δανειστείτε από το σχολείο μας!

Η λίστα μας

* Έλμερ ο παρδαλός Ελέφαντας


* Ντενεκεδούπολη

* Ο άνθρωπος με την κόκκινη μύτη


* Τα τρία μικρά λικάκια

* Η σοφή ελιά

* Στης καμηλοπάρδαλης τη μύτη

* Αχ γιατί να είμαι γάτα!

* Ο χιονάνθρωπος που δεν ήθελε να λιώσει

* Ξουτ

* Κοκό

* Ο ωραίος Δαρείος

* Ο πρίγκηπας Λεμόνης και η όμορφη Κρεμμύδω

* Η Δόνα Τερηδόνα και το μυστικό της γαμήλιας τούρτας

*Μια φορά ήταν... η Κολοτούμπα

* Ο Αρλεκίνος

* Τα ελληνάκια

 

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2012

ΓΑΛΛΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ : Φουντουκάκια μου, μαντέψτε από τις εικόνες του video την εποχή!

12 ΜΗΝΕΣ ΑΘΛΗΤΕΣ

Η ΚΥΡΑ-ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΜΗΝΕΣ

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια φτωχή γυναίκα που είχε πέντε παιδιά.
Επειδή ήταν τόσο καλόψυχη τη φωνάζανε κυρά-Καλή. Μια μέρα πήγε στο δάσος να μαζέψει ξύλα,
αλλά εκείνη την ώρα ο καιρός έγινε πολύ άσχημος. Τι να κάνει, τι να κάνει… βλέπει ένα μικρό σπιτάκι εκεί που
προχωρούσε και χτύπησε την πόρτα του. Της άνοιξαν και μπήκε.
Μέσα στο σπιτάκι ήταν ένας γέρος με πολύ μακριά γενειάδα, τρία παλικάρια που φορούσαν γούνες, τρία που φορούσαν στο κεφάλι λουλούδια, τρία με στάχια στο κεφάλι και άλλα τρία με σταφύλια.
-Καλώς τηνε, της είπαν τα παλικάρια. Κάθισε να ξεκουραστείς.
-Αχ, σας ευχαριστώ.. να είστε καλά, είπε η κυρά- Καλή.

Έτσι έπιασαν κουβέντα.
-Ποιος μήνας είναι καλός; ρώτησε ο γέροντας.
-Αχ, και ποιος δεν είναι; Ο Γενάρης φέρνει χιόνια. Κι ο Φλεβάρης αποκριά.
Αχ ο Μάρτης χελιδόνια.
Κι ο Απρίλης πασχαλιά. Τα λουλούδια φέρνει ο Μάης. Κι ο Ιούνης στάρια πολλά.
Το ζεστό ψωμί ο Ιούλης.
Κι Αύγουστος φρούτα πολλά. Ο Σεπτέμβρης φέρνει τρύγο. Κι ο Οκτώβρης τις βροχές. Ο Νοέμβρης το χειμώνα.
Κι ο Δεκέμβρης τις γιορτές
-Όλοι τους καλοί είναι, είπε η κυρά-Καλή.
Τότε ο γέροντας κάτι είπε στο ένα παλικάρι κι εκείνο έφερε ένα σακί και το έδωσε στην κυρά-Καλή λέγοντας:
- Πάρε αυτό το σακί και πήγαινε στο σπίτι σου.
Η κυρά-Καλή το πήρε, τους ευχαρίστησε και έφυγε.
Έφτασε στο σπίτι της, άνοιξε το σακί και τι να δει;… … ήταν γεμάτο φλουριά.
Έτσι η κυρά-Καλή και τα παιδιά της ζούσαν και περνούσαν πολύ καλά.
Όμως η κακία και στρίγγλα γειτόνισσα
βλέποντας όλα αυτά παραξενεύτηκε. Πήγε λοιπόν στην κυρά-Καλή και τη ρώτησε για να της λυθεί η απορία.
-Που τα βρήκες καλέτόσα φλουριά;... Η κυρά-Καλή της είπε ακριβώς την ιστορία.
Αυτή όμως ζήλεψε και αποφάσισε, αν και ήταν πλούσια, να επισκεφθεί το σπιτάκι στο δάσος. Πήγε λοιπόν στο σπιτάκι και ζήτησε να τη βοηθήσουν.
-Κάθισε να σε φιλέψουμε.. της είπαν.
-Δε θέλω, είμαι χορτάτη.. είπε.
Πιάσανε τη συζήτηση λοιπόν και τότε ο γέροντας ρώτησε:
-Και ποιος μήνας είναι ο καλός;…
-Είναι και κανένας; Ο Γενάρης φέρνει κρύο. Κι ο Φλεβάρης παγωνιά. Αχ ο Μάρτης ζέστη κρύο. Κι ο Απρίλης χαλαζία.
Αχ το Μάη βάλε πλύσεις. Και Ιούνη να θερίσεις. Τον Ιούλη ν΄ αλωνίσεις. Ζέστη Αυγούστου, πώς να ζήσεις;
Τρύγος, κούραση Σεπτέμβρη. Βάσανο η σπορά του Οκτώβρη. Στρώσε μάλλινα Νοέμβρη. Καλικάντζαροι Δεκέμβρη.
-Α!, έτσι, ε;… ώστε κανένας μήνας δεν είναι καλός,
είπε ο γέροντας και της έδωσε ένα σακί λέγοντας την να το ανοίξει σπίτι της.
Άνοιξε λοιπόν το σακί στο σπίτι της και τι να δει;.. ήταν γεμάτο φίδια!!!..
Άρχισε λοιπόν να τρέχει και να φεύγει μακριά.


Έτσι η κυρά-Καλή έζησε καλά και εμείς καλύτερα .

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

ΕΥΧΕΣ



Εύχομαι το 2012 να είναι μια χαρούμενη και δημιουργική χρονιά για όλους γεμάτη μουσική, χορό,τραγουδάκια και πολλά - πολλά παραμυθάκια...

ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ


ΜΑΝΟΥΛΑ ΜΟΥ
1. Μη φοβάσαι να είσαι σταθερή μαζί μου. Αυτό θα με κάνει να νιώθω περισσότερη σιγουριά.
2. Μη με παραχαϊδεύεις. Ξέρω πολύ καλά πως δεν πρέπει να μου δίνεις οτιδήποτε σου ζητώ. Σε δοκιμάζω έτσι για να δω.
3. Μη με κάνεις να νιώθω μικρότερος απ' ότι είμαι. Αυτό με σπρώχνει να παριστάνω καμιά φορά τον σπουδαίο.
4. Μη μου κάνεις παρατηρήσεις μπροστά στον κόσμο, θα προσέξω περισσότερο αυτό που θα μου πεις αν μου μιλήσεις ήρεμα μια στιγμή που θα είμαστε οι δυό μας
5. Μη μου δημιουργείς το συναίσθημα πως τα λάθη μου είναι αμαρτήματα. Μπερδεύονται έτσι μέσα μου όλες οι αξίες που έχω μάθει να αναγνωρίζω.
6. Μη με προστατεύεις από τις συνέπειες των πράξεων μου. Χρειάζεται καμιά φορά να πάθω για να μάθω.
7. Μη δίνεις σημασία στις μικροαδιαθεσίες μου. Καμιά φορά δημιουργούνται για να κερδίσω την προσοχή που ζητώ.
8. Μη μου κάνεις συνεχώς παρατηρήσεις, γιατί τότε θα προστατεύσω τον εαυτό μου κάνοντας τον κουφό.
9. Μη μου δίνεις επιπόλαιες υποσχέσεις. Νιώθω πολύ περιφρονημένος, όταν δεν τις κρατάς.
10. Μη με αγνοείς όταν σου κάνω ερωτήσεις, γιατί θα ανακαλύψεις πως θα αρχίσω να παίρνω τις πληροφορίες μου από άλλες πηγές.
11. Μην πέφτεις στις αντιφάσεις. Με μπερδεύεις έτσι αφάνταστα και με κάνεις να χάνω την πίστη μου σε σένα.
12. Μην προσπαθείς να με κάνεις να πιστέψω πως είσαι αλάνθαστη. Είναι δυσάρεστη έκπληξη για μένα, όταν ανακαλύπτω πως δεν είσαι.
13. Μη διανοηθείς ποτέ πως θα πέσει η υπόληψή σου αν μου ζητήσεις για κάτι συγνώμη. Μια αναγνώριση του λάθους σου μου δημιουργεί πολύ θερμά συναισθήματα απέναντι σου.
14. Μη ξεχνάς πόσο γρήγορα μεγαλώνω. Θα πρέπει να σου είναι δύσκολο να κρατήσεις το ίδιο βήμα με μένα, αλλά προσπάθησε σε παρακαλώ.
15. Μην ξεχνάς πως δε θα μπορώ ν' αναπτυχθώ χωρίς πολλή κατανόηση και αγάπη. Αυτό όμως δε χρειάζεται να το πω. Ετσι δεν είναι?
Σε λατρεύω
Το παιδί σου.

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ!

Φουντουκάκια μου καλημερούδια σας!